- γεωφυσική
- Η επιστήμη που μελετά τις φυσικές ιδιότητες της Γης. Είναι χωρίς αμφιβολία ένας από τους αρχαιότερους κλάδους των ανθρώπινων γνώσεων, γιατί τα φυσικά φαινόμενα πάντα προκαλούσαν ενδιαφέρον και δέος στον άνθρωπο. Παρ’ όλα αυτά, η γ. εξελίχθηκε πολύ πρόσφατα και μάλιστα όταν εξακριβώθηκε ότι τα αποτελέσματα των πειραματικών ερευνών που έγιναν σε άλλους τομείς ήταν δυνατόν να εφαρμοστούν και για τη διερεύνηση των φυσικών ιδιοτήτων της Γης. Η γ. μπορεί να οριστεί ως συνδυασμός της φυσικής και της γεωλογίας, στη μελέτη των υλικών που συνθέτουν τη Γη και των δυνάμεων που απελευθερώνονται από αυτή ή την επηρεάζουν εξωτερικά. Από τη μελέτη της γεωχημείας προκύπτει η γνώση των χαρακτηριστικών του στερεού, υγρού και αέριου μέρους που συνθέτουν ή περιβάλλουν εξωτερικά τη γήινη σφαίρα, αλλά και των πεδίων των δυνάμεων της βαρύτητας, της θερμότητας, του ηλεκτρισμού και του μαγνητισμού που την επηρεάζουν. Γι’ αυτό η έρευνα της γ. δεν αφορά μόνο τη λιθόσφαιρα, αλλά και την ατμόσφαιρα και την υδρόσφαιρα.
Η γ., ανάλογα με τους στόχους της, υποδιαιρείται σε θεωρητική γ. (που ασχολείται μόνο με τη θεωρητική επιστήμη) και σε εφαρμοσμένη γ., όταν από τα θεωρητικά δεδομένα μεταπηδά σε πρακτικές εφαρμογές. Ιδιαίτερη σημασία στον τομέα των εφαρμογών έχουν οι γεωφυσικές διασκοπήσεις και διερευνήσεις, με τις οποίες η γ. ερευνά και διευκρινίζει τους ιδιαίτερους γεωλογικούς σχηματισμούς ή τα κοιτάσματα μετάλλων και ορυκτών που έχουν πρακτικό ενδιαφέρον και είναι κατάλληλα για βιομηχανική εκμετάλλευση. Η τεχνική αυτή συνίσταται στην προσεκτική μελέτη των αντιδράσεων των διαφόρων στρωμάτων της Γης στις διάφορες φυσικές δυνάμεις που επιδρούν πάνω ή μέσα σε αυτή (π.χ. δύναμη της βαρύτητας, μαγνητικό πεδίο της Γης κλπ.) επανορθώνοντας, με ειδική μέθοδο, τις αποκλίσεις από τις φυσιολογικές τιμές που μας δίνει η θεωρητική γ. Οι αποκλίσεις αυτές οφείλονται συχνά στην παρουσία υλικών τοπικής φύσης, μαζών πετρωμάτων ή συγκέντρωσης ορυκτών και μετάλλων, που προκαλούν πεδία δυνάμεων ισχυρότερα ή ασθενέστερα από το κανονικό. Η έρευνα της γ. ασχολείται επίσης με τα πεδία τεχνητών δυνάμεων –άσχετα από τα πεδία των φυσικών δυνάμεων– που εφαρμόζει ο άνθρωπος στο εσωτερικό της Γης, για να μελετήσει τις αντιδράσεις των πετρωμάτων ή συγκεντρώσεων ορυκτών που βρίσκονται στο υπέδαφος, όταν υποβάλλονται στην επίδραση των τεχνητών αυτών δυνάμεων (π.χ. σεισμικών, ηλεκτρικών κλπ.). Τα στοιχεία που μελετώνται περισσότερο κατά τη γ. έρευνα είναι: οι επιδράσεις που προκαλούν στο γήινο μαγνητικό πεδίο ορισμένα πετρώματα και μεταλλεύματα που βρίσκονται κοντά στην επιφάνεια της Γης· η δύναμη της έλξης της βαρύτητας· η ραδιενεργός διάσπαση (μετασωμάτωση)· τα ηλεκτρικά ρεύματα που δημιουργούν ορισμένες μάζες μεταλλευμάτων· η αντίσταση των πετρωμάτων στη διέλευση ηλεκτρικού ρεύματος που διοχετεύει ο άνθρωπος· η ταχύτητα μετάδοσης των τεχνητών σεισμικών κυμάτων διαμέσου των πετρογραφικών σχηματισμών κλπ.
Τα συμπεράσματα της γ. έρευνας παρουσιάζουν γενικό ενδιαφέρον μόνο όταν προέρχονται από συντονισμένες έρευνες που γίνονται σε ευρεία κλίμακα.
Στην Ελλάδα, η γ. έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη και έχει εφαρμοστεί μέχρι σήμερα με επιτυχία για την ανακάλυψη κοιτασμάτων ορυκτών και για τον καθορισμό της έκτασης και του βάθους υπόγειων υδροφόρων λεκανών κλπ.
Διεθνές Έτος Γ. Έτσι ονομάστηκε μία περίοδος 18 μηνών (1 Ιουλίου 1957 – 31 Δεκεμβρίου 1958), κατά την οποία καταρτίστηκε και πραγματοποιήθηκε ένα εντατικό πρόγραμμα ερευνών γ. Για το Διεθνές Έτος Γ. συνεργάστηκαν περισσότερες από 70 χώρες με αρκετές χιλιάδες επιστημόνων και τεχνικών, οι οποίοι διασκορπίστηκαν σε χιλιάδες σταθμούς, από τον ένα πόλο έως τον άλλο, για να προσκομίσουν νέα στοιχεία στη γ. έρευνα συγκεντρώνοντάς τα σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: 1) τη φυσική της ατμόσφαιρας, που περιλαμβάνει και την ηλιακή ενέργεια, όπως και τις έρευνες της κοσμικής σκόνης και της ραδιενέργειας που εκπέμπουν ο Ήλιος, οι άλλοι αστέρες και ο διαπλανητικός χώρος· 2) τη δίαιτα των υδάτων, που περιλαμβάνει τη μετεωρολογία, την ωκεανογραφία και την παγετωνολογία· 3) τη δομή της επιφάνειας και του εσωτερικού της Γης (με προσδιορισμούς σεισμικούς και της βαρύτητας και με μετρήσεις του γεωγραφικού μήκους και πλάτους).
Τα γεώφωνα συλλέγουν τα κύματα από τις τεχνικές εκρήξεις του υπεδάφους και τα μεταβιβάζουν στο κινητό εργαστήριο (φωτ. Enterprise Oil).
Ένας τρόπος για την έρευνα του υπεδάφους μιας περιοχής είναι η τεχνητή έκρηξη σε αυτό με τη χρήση δυναμίτιδας· στη φωτογραφία, εργάτης σε αντίστοιχη εργασία στη βόρεια Πελοπόννησο (φωτ. Enterprise Oil).
Μια νεότερη μέθοδος έρευνας του υπεδάφους είναι η πρόκληση δονήσεων στο έδαφος από γιγαντιαίες μεταλλικές πλάκες τις οποίες φέρουν φορτηγά, προκαλώντας συγχρονισμένες δονήσεις (φωτ. Enterprise Oil).
Κινητό εργαστήριο γεωφυσικών ερευνών στη Βόρεια Πελοπόννησο (φωτ. Enterprise Oil).
Η γεωφυσική μπορεί να οριστεί ως συνδυασμός της φυσικής και της γεωλογίας, στη μελέτη των υλικών που συνθέτουν τη Γη και των δυνάμεων που απελευθερώνονται από αυτήν ή την επηρεάζουν εξωτερικά. Συγκεκριμένα, στην έρευνα των μεταλλευμάτων και των πετρελαίων ιδιαίτερη σημασία παρουσιάζουν οι σεισμικές διασκοπήσεις: τα κύματα που προκαλούνται από την έκρηξη ενός εκρηκτικού φορτίου ανακλώνται πάνω στα στρώματα των πετρωμάτων και συλλέγονται από ειδικά όργανα (γεώφωνα), τα οποία τα μεταβιβάζουν στο κινητό εργαστήριο· με την ερμηνεία των σεισμογραμμάτων που λαμβάνονται κατ’ αυτό τον τρόπο αναγνωρίζονται οι χαρακτηριστικοί υπόγειοι γεωλογικοί σχηματισμοί.
* * *ηη επιστήμη που ασχολείται με τις φυσικές ιδιότητες τής γης, τής ατμόσφαιρας και τής υδρόσφαιρας.
Dictionary of Greek. 2013.